ΣΟΝΙΑΣ ΕΥΘΥΜΙΑΔΟΥ-ΠΑΠΑΣΤΑΥΡΟΥ: Δάσκαλος...

Λεπτομέρειες

Εβδομαδιαία εφημερίδα της Καστοριάς | ODOS weekly newspaper of Kastoria

2.11.15

ΣΟΝΙΑΣ ΕΥΘΥΜΙΑΔΟΥ-ΠΑΠΑΣΤΑΥΡΟΥ: Δάσκαλος...



ΟΔΟΣ 4.6.2015 | 791


«Δάσκαλος θα πει να υψώνεις των παιδιών την ψυχή»
Σ. Καργάκος

«Πετυχημένος δάσκαλος είναι αυτός που οι μαθητές του θα τον ξεπεράσουν»
Πετσαλότσι

«Ήμουν στην τρίτη δημοτικού. Αγαπούσα πολύ τον δάσκαλό μου. Ήταν ένας ψηλός και εύρωστος άνδρας, ο οποίος όμως, είτε σου έλεγε μια καλή κουβέντα είτε σε μάλωνε, είχε τον ίδιο βαρύ τόνο στη φωνή του. Κι αν δεν καταλάβαινες ακριβώς τις λέξεις που χρησιμοποιούσε, παιδευόσουνα να δεις αν σε έχει επαινέσει ή αν σε έχει επιπλήξει. Έχοντας διακρίνει στις εκθέσεις μου κάποια πράγματα που του άρεσαν, μου είπε με τον κατηγορηματικό τρόπο που περιέγραψα: «Εσύ θα γίνεις συγγραφέας». Εγώ δεν ήξερα τι σημαίνει αυτή η λέξη. Το μυαλό μου πήγε στο ότι θα γίνω «αχθοφόρος» ή «σκουπιδιάρης». Λέω «κάτι κακό» θα είναι κι έβαλα τα κλάματα?»
Ιάκωβος Καμπανέλλης, λίγο πριν πεθάνει


Κι από τον δικό μας Ι. Καμπανέλλη στην Έλεν Κέλερ, μία από τις 100 πιο σημαντικές γυναίκες στην ιστορία της ανθρωπότητας, που η σχέση της με τη δασκάλα της είναι τόσο ανυπέρβλητη ώστε έγιναν οι δυο τους αξεχώριστες όταν ζούσαν, μα και μετά. Στον καταλυτικό ρόλο που έπαιξε η Αν Σάλλιβαν στο να βγει από το βαθύ σκοτάδι η Έλεν Κέλερ, ένα κορίτσι που γεννήθηκε υγιέστατο, αλλά σε ηλικία 18 μηνών από ασθένεια έχασε την όραση, την ακοή και τη μιλιά της, δε θα αναφερθούμε στο άρθρο αυτό. Θα πούμε όμως πως η Κέλερ, που κατάφερε να γίνει συγγραφέας σημαντικών βιβλίων, όταν τέλειωσε τις σπουδές της με τιμητική διάκριση, παρακάλεσε να βρίσκεται δίπλα της στο πόντιουμ η δασκάλα της, την ώρα που έπαιρνε το πτυχίο της:

«Πόση από τη χαρά μου στο να απολαμβάνω όλα τα ωραία πράγματα είναι εγγενής και πόση οφείλεται στην επιρροή της, δεν θα μπορέσω ποτέ να πω. Αισθάνομαι ότι η ύπαρξή της είναι αδιαίρετη από τη δική μου και ότι τα βήματα της ζωής μου είναι μέσα στα δικά της? Δεν υπάρχει ταλέντο ή προσδοκία ή χαρά μέσα μου που να μην έχει ξυπνήσει από το δικό της τρυφερό άγγιγμα», έλεγε η Κέλερ, ενώ σε γράμμα του στην Κέλερ ο Μαρκ Τουέιν γράφει:

«Είσαι ένα θαυμάσιο πλάσμα, το πιο θαυμάσιο στον κόσμο ?εσύ και το άλλο σου μισό μαζί, δηλαδή η δεσποινίς Σάλιβαν-, γιατί εσείς οι δύο μαζί κατορθώσατε να δημιουργήσετε ένα τέλειο Είναι».
Αλλά κι ο Νομπελίστας συγγραφέας Αλμπέρ Καμύ είχε μια ιδιαίτερη σχέση με τον δάσκαλό του, στον οποίο χρωστούσε πολλά. Διαβάζουμε τελείως συνοπτικά:

«Εκείνο το φτωχό και ξυπόλητο, ορφανό από πατέρα αγόρι που έτρεχε στα βρόμικα σοκάκια της Αλγερίας, με την κωφή μητέρα και την αυταρχική γιαγιά, κατόρθωσε να πραγματώσει τον εαυτό του, να κινηθεί με το φως στην καρδιά του, να φτάσει το Νόμπελ, αλλά να μην αρνηθεί για τίποτα την αγάπη και τον άνθρωπο, την πείνα για ελευθερία και αξιοπρέπεια. Να θυμάται για πάντα τον δάσκαλό του, που του άλλαξε τη ζωή».

Μα οι άνθρωποι που η ζωή τους άλλαξε εξαιτίας κάποιου φωτισμένου δασκάλου τους δεν είναι λίγοι. Και, καθώς εμείς εδώ σήμερα διαλέξαμε τους πιο γνωστούς ίσως από αυτούς, επιλέγουμε να κλείσουμε με την περίπτωση ενός δασκάλου όχι γνωστού, του οποίου οι μαθητές έγιναν γνωστοί, καθώς τελείως άθελά τους πρωταγωνίστησαν στα δελτία των ειδήσεων τον Σεπτέμβριο του 2004. Πρόκειται για τον Έλληνα Γιάννη Κανίδη, γυμναστή στο σχολείο του Μπεσλάν της Οσετίας (Ρωσία), όπου δολοφονήθηκαν από τρομοκράτες 186 μαθητές:

Ο Γιάννης Κανίδης ήταν ένας από τα 3.000 μέλη της ελληνικής κοινότητας του Μπεσλάν και δίδασκε στο σχολείο του για πάνω από 40 χρόνια. Τη στιγμή της εισβολής ήταν μέσα στο σχολείο κι οι τρομοκράτες που εισέβαλαν τού επέτρεψαν, λόγω της ηλικίας του (ήταν 70 χρονών), να φύγει και να σωθεί αλλά εκείνος αρνήθηκε, δηλώνοντας ότι θα έφευγε από το σχολείο μόνο αν έπαιρνε μαζί και όλους τους μαθητές του. Κι έμεινε. Αυτόπτες μάρτυρες είπαν πως ο Γ. Κανίδης διαμαρτυρόταν σθεναρά στους εισβολείς για το δράμα των παιδιών κι ας μην εισακουόταν.

Σύμφωνα με τη μαρτυρία δεκάχρονης μαθήτριας που σώθηκε τελικά, της Ζαλίνα Τζετσούεβα: «Αν και ήταν ο μεγαλύτερος, ούτε στιγμή δεν κάθισε κάτω. Στεκόταν όρθιος για να μείνει περισσότερος χώρος σε εμάς τους υπόλοιπους. Όταν έστρεφαν τα αυτόματα όπλα σε εμάς τους μαθητές, διαμαρτυρόταν στους τρομοκράτες, ενώ, όταν πήραν δύο κοπέλες από το γυμναστήριο για να τις βγάλουν έξω, διαμαρτυρήθηκε και πάλι, με αποτέλεσμα να τον χτυπήσουν». Τελικά έπεσε νεκρός από τις σφαίρες των τρομοκρατών όταν προσπάθησε να αποσυνδέσει ανεμιστήρα οροφής που ήταν συνδεδεμένος με εκρηκτικό μηχανισμό, για να σώσει τα παιδιά που βρίσκονταν μαζί του στην αίθουσα του γυμναστηρίου.

«Έλληνα με ψυχή, ήθος και αξιοπρέπεια» τον χαρακτήρισε ο τότε υφυπουργός μας των Εξωτερικών, συνεχίζοντας: «Η μόνη παρηγοριά είναι ότι βρίσκεται πια ανάμεσα στα αγγελούδια του, διδάσκοντάς τους όπως μόνον αυτός ξέρει».

Και, αν όλα πήγαν όπως ακριβώς εξαγγέλθηκαν, «Κανίδειο» ονομάστηκε το σχολείο του Μπεσλάν που χτίστηκε στη θέση εκείνου που καταστράφηκε, προς τιμήν του ήρωα Έλληνα δασκάλου που θυσιάστηκε για τους αγαπημένους του μαθητές, τους οποίους αγάπησε πιο πάνω κι από την ίδια τη ζωή του. Ακριβώς όπως το είπε ο Δάσκαλος του Γένους μας, ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός, που παρακινούσε τους δασκάλους να θεωρούν τη διδασκαλική τους έδρα τάφο πάνω στον οποίο θα καταθέσουν την ψυχή τους και, αν χρειαστεί, και αυτή τη ζωή τους για το καλό και την ωφέλεια των μαθητών τους.

Κι επειδή μόνον οι προκατειλημμένοι δεν εκτιμούν και δε σέβονται τον αγώνα και την αγωνία των δασκάλων που διδάσκουν ήθος σε μια εποχή γενικής παρακμής, θα κλείσω μ? ένα ποίημα του Κώστα Καλαπανίδα που πολύ με συγκινεί:

Ιδού Αυτός

Βουίζουν οι ιδέες γύρω
απ? το διάφανο μέτωπό του.
Ανασκάπτει τα θεμέλια των πραγμάτων
κι υπομνηματίζει το μέλλον
μ? αρχαιότατο αλφάβητο.
Ξανακολλάει τις σπασμένες λέξεις,
σαν αγγεία παλιά,
και τις τοποθετεί πλάι στις καινούργιες.
Ενώνει τις γέφυρες που έκοψε η θύελλα?
κι η πίστη του βγάζει ξανά το ουράνιο τόξο.
Και το καλό και το κακό του ίδιου δέντρου
είν? οπώρες
κι ως τα γυρίσματα των εποχών τα καρτερεί.
Είναι φτωχός και δεν επαναστατεί? γνωρίζει!
Κι όμως στην καρδιά του κυοφορούνται
οι δίκαιοι πόλεμοι.
Στο φτωχικό του, κόρες σεβαστικές, κατοικούν
η Δικαιοσύνη, η Αρετή και η Ελευθερία.
Ποιητής είναι, σοφός, αυστηρός προφήτης
ή άγιος;
Είναι το φως του κόσμου και το άλας της γης.
Οι ορισμοί δεν τον χωρούν. Είναι Δάσκαλος.
(Κύριε Δάσκαλε-1971)
Δημοσιεύθηκε στην ΟΔΟ στις 4 Ιουνίου 2015, αρ. φύλλου 791
* * *


Λογοτεχνικό αφιέρωμα στον δάσκαλο



Δημοτικό Σχολείο Μαυροχωρίου σχ. έτος 2014-15

Οι αναγνώστες της Σχολικής μας Βιβλιοθήκης έγιναν και φέτος «βιβλιωρύχοι»: έψαξαν μες στα βιβλία που διάβασαν και βρήκαν αποσπάσματα που μιλούν για τον αγαπημένο τους δάσκαλο:

-Τρεις μέρες έμεινε μαζί του το πλήθος, ακούοντας τ? αθάνατα λόγια. Πολλοί απ? αυτούς είχαν έλθει από χώρες μακρινές, και τα λίγα τους τρόφιμα είχαν σωθεί, αλλά κανένας δε σηκώθηκε να πάγει να φέρει άλλα.
Τους λυπήθηκε ο Ιησούς και, κράζοντας τους μαθητές του, τους είπε:
-Σπλαχνίζομαι τον κόσμον αυτό, που τρεις μέρες είναι μαζί μου και δεν έχει πια να φάγει? και πάλι να τους αποστείλω νηστικούς δε θέλω, μην αποκάμουν στο δρόμο, γιατί μερικοί κάθονται μακριά.
Του αποκρίθηκαν οι μαθητές:
-Πού να βρούμε στην ερημιά τόσα ψωμιά, ώστε να χορτάσει τόσος κόσμος;
Και τους λέγει ο Ιησούς:
-Πόσα ψωμιά έχετε;
Του αποκρίθηκαν:
-Επτά, και λίγα ψαράκια.
Παράγγειλε τότε ο Ιησούς στα πλήθη να καθήσουν χάμω, και, παίρνοντας τα επτά ψωμιά και τα ψαράκια, τα ευλόγησε, τα έκοψε και τα μοίρασε στους μαθητές του, που τα μοίρασαν ύστερα στα πλήθη, τέσσερεις χιλιάδες άντρες, χωριστά τα γυναικόπαιδα. Όλοι έφαγαν και χόρτασαν, και περίσσεψαν ακόμα επτά ζεμπίλια τροφές. Τους τα έδωσε ο Ιησούς να τα πάρουν μαζί τους και τους ξαπέστειλε.

Αθανασία Μπουρλή
Β? τάξη, από το βιβλίο «Η ζωή του Χριστού»
της Π. Δέλτα, εκδ. Δαμιανός

-Εγώ θα φωνάζω την κυρία Λίνα όχι «Λίνα», αλλά «Σεβγκή», που στα πομακικά σημαίνει «αγάπη» και νομίζω ότι της ταιριάζει πολύ!

Αντωνία Καλαφάτη
Γ? τάξη, από το βιβλίο «Με λένε Νιλουφέρ»
της Α. Μητσιάλη, εκδ. Πατάκη

Η καρδούλα μου χτυπάει
σα ρολόι βιαστικό
Πρώτη μέρα στο σχολείο
στο καινούριο μου θρανίο
τι καλά, είμαστε δυο.
Η δασκάλα μου γελάει
και μου κλείνει το ματάκι
Αν τα χέρια μου απλώσω
κι άλλους φίλους θ? ανταμώσω
Τι χαρά, να ?σαι πρωτάκι.

Αθανασία Μπουρλή
Β? τάξη, από την ποιητική συλλογή «Της παρεούλας»
της Χ. Ηλία-Φράγκου, εκδ. Δωδώνη

Κουράγιο, κύριε? Εμείς σας καταλαβαίνουμε. Ξέρουμε πόσο λαχταράτε για μας. Όλοι μας θα σας βοηθήσουμε.

Ντανιέλα Τερνόβα
Ε? τάξη, από το βιβλίο «Αγαπημένε δάσκαλε δεν ξεχνώ»
της Σ. Ροδοπούλου, εκδ. Σπάθη
Η δασκάλα μας φαίνεται πολύ θυμωμένη. Παίρνει το αεροπλάνο μου στα χέρια της και συνεχίζει να φωνάζει:
«Ποιος τόλμησε να κάνει κάτι τέτοιο; Ποιος το έκανε;»

Αγγελική Πετκανά
Γ? τάξη, από το βιβλίο «Πρώτος!»
της Μ. Παπαγιάννη, εκδ. Πατάκη

Κάμποσα πουλιά μαζεύονταν γύρω από έναν σπουργίτη που συνήθιζε να τους κάνει τον δάσκαλο. Ήταν ένας σπουργίτης που ήξερε πολλά και προσπαθούσε να μάθει στα μικρά την Αλφαβήτα της ζωής. Πρώτο και καλύτερο στο μάθημα ήταν ένα από τα Σπινάκια. Άκουγε τον δάσκαλο με μεγάλη προσοχή και πολεμούσε να φέρεται σύμφωνα μ? αυτά που είχε μάθει. Ξεχώριζε από τ? άλλα πουλάκια. Ήταν ευγενικό, είχε πολύ καλούς τρόπους κι ήταν περήφανο που μάθαινε την Αλφαβήτα της ζωής.

Αθανασία Μπουρλή
Β? τάξη, από το βιβλίο «η φύλλινη πολυκατοικία»
της Δ. Τσουκαλά, εκδ. Πατάκη

(?) Και τότε η Ζωή, με τα μάγουλα αναψοκοκκινισμένα, εμπιστεύτηκε στη Μαριάνθη:
-Ξέρεις, διορίστηκα.
-Διορίστηκες; Το λες σοβαρά; Και πού να ?χουμε καλό ρώτημα;
-Στο Μαύροβο, χωριό έξω απ? την Καστοριά.
Η Μαριάνθη πήδησε από την πολυθρόνα της κατασυγχυσμένη.
-Είσαι με τα καλά σου τώρα; Και γιατί δέχτηκες τέτοια θέση; Ο τόπος αναβράζει κει πάνω. Ξέρεις τον κίνδυνο;
Η μεγαλύτερη κοπέλα γέλασε ανέμελα.
-Μα γι? αυτό ίσα-ίσα πηγαίνω. Μόνη μου το ζήτησα. Αν όλες φοβηθούν, τότε ποιος θα μάθει στα παιδιά γράμματα, ποιος θα τα μορφώσει, ποιος θα τους πει ότι είναι Ελληνόπουλα; Ξέρεις τι αγραμματοσύνη τα δέρνει τα φουκαριάρικα; Να τους μιλάμε λέει για τον Μέγ? Αλέξαντρο, για τον Φίλιππο, για τη δοξασμένη μακεδονίτικη Ιστορία? Σε το γλώσσα να τους τα πεις, όταν κοντεύουν να ξεχάσουν και τη δική τους, όταν δεν ξέρουν καλά-καλά να συλλαβίσουν.

Αλίκη Νικολαΐδου
Στ? τάξη, από το βιβλίο «Όταν τα νιάτα θέλουν»
της Ν. Τζώρτζογλου, εκδ. Άγκυρα
Να δεις το γράμμα του Γερμανού Καραβαγγέλη, του Δεσπότη της Καστοριάς, να σου σηκωθεί η τρίχα. Δυο χρόνια είναι κλειστό το σχολειό στο Μαύροβο, δυο χρόνια τα παιδιά χωρίς δάσκαλο.

Γεωργία Ρούδη
Δ? τάξη, από το βιβλίο «Όταν τα νιάτα θέλουν»
της Ν. Τζώρτζογλου, εκδ. Άγκυρα

Ο Λάμπης αφέθηκε στην προστασία της και τώρα την κοιτούσε μ? άλλα μάτια. Σαν πλάσμα από διαφορετικό, άγνωστο κόσμο. Γυναίκα με πιστόλι! Ζάρωσε κοντά της, εκείνη όμως σηκώθηκε. Έφερε κατσαρόλι νερό, περιέχυσε τη φωτιά να τη σβήσει κι ύστερα τόλμησε να μισανοίξει το παράθυρο. Σκοτάδι, παγωνιά, χιόνι και νεκρική γαλήνη. Γαλήνη που έκρυβε την καταστροφή. Αφουγκράστηκε. Το χωριό ντυμένο στο άσπρο σάβανο που έπνιγε τον κάθε ήχο, λες και κοιμόταν. Η Ζωή φαντάστηκε την καρδιά του. Μια και μοναδική πελώρια καρδιά να χτυπά τρελά από φόβο.

Στέλλα Μπουρλή
Β? τάξη, από το βιβλίο «Όταν τα νιάτα θέλουν»
της Ν. Τζώρτζογλου, εκδ. Άγκυρα

Πήρε, λοιπόν, ο δάσκαλος το πρώτο βούρλο και το λύγισε και το ?κανε έναν κύκλο, μια παλάμη μεγάλο, και το ?δεσε με το σπάγκο. Ύστερα έκοψε ό,τι περίσσευε κι από βούρλο κι από σπάγκο. Το κράτησε στα χέρια του και το καμάρωσε.
-Το όμικρον, είπε κι η καρδιά του φτερούγισε από χαρά.
Έφτιαξε γρήγορα άλλο ένα, πιο πετυχημένο από το πρώτο, και του κόλλησε μια μαγκουρίτσα. Την έδεσε στο όμικρον με το σπαγκάκι, τέντωσε το χέρι που την κρατούσε και το άλφα ήταν ολόιδιο σαν κι αυτά που είχε το Αναγνωστικό του.
Από κείνο το πρωί στο σπίτι τους, στη Βόνιτσα, που γιόμισε ο νεροχύτης από το αίμα που τινάχτηκε από το στήθος του κι άρχισε η καινούρια δυστυχία τους ?η παλιά ήταν που σκοτώσανε τον πατέρα του, έλεγε η μάνα του- πρώτη φορά ένιωθε έτσι ανάλαφρος, σαν έτοιμος ν? ανοίξει φτερούγες και να πετάξει.
-Το βήτα θα με δυσκολέψει, είπε δυνατά κι η φωνή του αντήχησε παράξενα στην ερημιά.
Την άκουσε ο Πάνος και γέλασε. Είπε πιο σιγά:
-Και το θήτα και το ξι και το φι και το ψι, είναι δύσκολο να κρατήσω τη διχάλα, θα φαίνεται το σπαγκάκι και δε θα ?ναι καλό, να δούμε πώς θα τα καταφέρω.

Στέλλα Μπουρλή
Β? τάξη, από το βιβλίο «Τα δελφινάκια του Αμβρακικού»
του Ντ. Δημόπουλου, εκδ. Καστανιώτη.

Έτσι άρχισε το πρώτο του μάθημα ο Πάνος στους δυο φίλους του. Τον Πέτρο και την Ανθούλα. Κι εκείνοι, τόσο τους άρεσε τούτο το παιχνίδι με τα βούρλα που γίνονταν γράμματα, που όταν δε βρίσκονταν στην καλυβούλα του φίλου τους, κόβανε κι οι ίδιοι βούρλα, τα ?στριβαν από δω, τα ?στριβαν από κει και τα ?δειχναν ο ένας στον άλλο.

Στέλλα Μπουρλή
Β? τάξη, από το βιβλίο «Τα δελφινάκια του Αμβρακικού»
του Ντ. Δημόπουλου, εκδ. Καστανιώτη.

Να, Παναγίτσα μου, και κεράκι σου ανάβω ακόμα! είπε με σιγανή φωνή! Τα παιδιά γελούσαν κι εγώ απ? όλους πιο πολύ κι όταν το ξαναθυμόμουν πάλι μ? έπιαναν τα γέλια κι έλεγα: «Βρε τον σκάνταλο τον Κλείτο, τι σοφίστηκε, χαλάλι του να μου τραβάει τις κοτσίδες μου». Κι από τότε γίναμε φίλοι. Κι οι φίλοι πλήθαιναν κι ο καλύτερος ήταν πάντα ο δάσκαλος.

Γεωργία Ρούδη
Δ? τάξη, από το βιβλίο «Ο δάσκαλος με το βιολί και το αστέρι»
της Θ. Χορτιάτη, εκδ. Άγκυρα

ΜΠΡΑΒΟ ΔΑΣΚΑΛΕ!

-Μπράβο, φώναξε ο δάσκαλος, μπράβο σ? όλους σας!
Εκείνο το «Μπράβο» βουίζει σ? όλους τους επαίνους που άκουσα από τότε. (?)
Ο δάσκαλος, καθισμένος σ? ένα καρεκλάκι ανάμεσά μας με την καραμέλα του στο στόμα, έμοιαζε σαν λίγο μεγαλύτερος από παιδί, σαν λίγο πιο χαρούμενος από παιδί. Όμως εκείνη την ημέρα είχε δείξει πως ήταν ένας πολύ μεγάλος δάσκαλος. Είχε κάνει το σπουδαιότερο μάθημα της χρονιάς που ίσως κανένα σχολικό πρόγραμμα δεν το ?λεγε, αλλά που το λέμε ακόμα και θα το λέμε πάντα εμείς που το πήραμε μ? όλες μας τις αισθήσεις και του δώσαμε κι εμείς λίγο από την καρδιά μας.
Και λέω με τον νου μου πως ήταν μαγικό το βιολί του δασκάλου, σαν τη μαγική φλογέρα του παραμυθιού, και μπορούσε να βγάζει από μέσα μας ό,τι καλό είχαμε κρυμμένο, για να το δείξουμε στον δάσκαλο που αγαπούσαμε, στην ομάδα μας και στις άλλες φίλες-αντίπαλες ομάδες που τις συναγωνιζόμασταν.
Έτσι μείναμε δεμένοι μεταξύ μας στις ομάδες μας ως το τέλος της χρονιάς κι ως το τέλος του Δημοτικού και συχνά βρίσκαμε ευκαιρίες ν? αγωνιστούμε στα μαθήματα, στα παιχνίδια, στις ζαβολιές, στις εκδρομές, στις γυμναστικές επιδείξεις, στην αποχαιρετιστήρια γιορτή του σχολείου. Κι εγώ, η πιο αδύνατη, η πιο χλομή, η τοσούτσικη κοντορεβιθούλα της τάξης μου, πότε πότε ένιωθα ν? ανοίγω σαν το μαγικό κουτί και να ξεπετάγομαι από μέσα μου με τον καλό, γενναίο μου εαυτό που πάντα ήθελα να τον ξεπερνώ, να τον ξεπερνώ και να βλέπω αν με κοιτάει ο δάσκαλός μου.
-Μπράβο δάσκαλε! Φίλε μου δάσκαλε! Σου βάζω το μεγαλύτερο άριστα με οξεία!

Γεωργία Ρούδη
Δ? τάξη, από το βιβλίο «Ο δάσκαλος με το βιολί και το αστέρι»
της Θ. Χορτιάτη, εκδ. Άγκυρα

Την άλλη μέρα γίναν πάλι πράγματα που ήταν απρόσμενα.
Πρώτα η κυρία Έφη ήρθε στην τάξη με ένα άσπρο-ζαχαρί φόρεμα με μια κόκκινη ζώνη στη μέση. Ίσως να ?ταν το καλύτερό της φόρεμα. Στα χέρια της κρατούσε ένα κόκκινο τριαντάφυλλο μ? ένα μακρύ κοτσάνι. Η κυρία Έφη είχε αφήσει τα μαλλιά της ξέπλεκα κι έμοιαζε σαν δεσποινίς. Και μόλις κάθισε στο κάθισμα, πίσω από την έδρα, και σήκωσε τα μάτια της που ήταν όλο χαμόγελο, ο Αλέξανδρος προχώρησε προς το μέρος της μ? ένα άσπρο τριαντάφυλλο στο χέρι- το τριαντάφυλλο είχε κοτσάνι αυτή τη φορά- και της το έδωσε: «Εκ μέρους όλης της τάξης» είπε ξανά σοβαρά.
Η κυρία Έφη είπε «ευχαριστώ», το πήρε, το μύρισε, χαμογέλασε ξανά και πριν προλάβει να φύγει ο Αλέξανδρος, του έδωσε το δικό της κόκκινο τριαντάφυλλο και είπε δυνατά: «Από μένα για όλη την τάξη?».
(?)Δεν μπορούσαμε να πιστέψουμε στ? αυτιά μας, αλλά ούτε και στα μάτια μας. Τέτοια αλλαγή από τη μια μέρα στην άλλη! Πού ήταν κρυμμένο τέτοιο χαμόγελο που ανάβλυζε από τα χείλια και τα μάτια της και ξεχειλίζοντας έκανε να λάμπει όλο της το πρόσωπο. Αληθινά, ήταν μια σκέτη Ευλαμπία. Ευλαμπία η ευγενική. Σαν τον Σαούλ που άστραψε γύρω του ένα φως κι έγινε, από διώκτης, Παύλος ο υποστηρικτής. Ένα φως. Μπορεί να ?ταν από το μεγάλο γιατρό ή κι από το τριαντάφυλλο. Όπως και να ?ταν, ήταν τόσο ωραίο που η δασκάλα μας από κυρία Έφη η αυστηρή άλλαξε κι έγινε Ευλαμπία η γεμάτη χαμόγελο και καλή διάθεση.

Γεωργία Ρούδη
από το βιβλίο «Χωρίς κοτσάνι»
του Δ. Ιωαννίδη, εκδ. Πατάκη

Την πρώτη μέρα που μπήκα στην τάξη μου, ώσπου να βολευτώ στο καρεκλάκι μου και να βάλω την τσάντα μου μέσα στο τραπεζάκι που άνοιγε σαν καπάκι από πάνω, έτρεμα λίγο από μέσα μου σαν να κρύωνα, κι έτσι σήκωσα τα μάτια μου να δω τον δάσκαλο. Ήταν ένας μικρούλης τοσοδούλης δάσκαλος μ? ένα μεγάλο χαμόγελο και μας είπε «καλημέρα». Μετά έβαλε ένα καρεκλάκι, απ? αυτά που ήταν για τα παιδιά, μπροστά από το τραπέζι που το είχε για έδρα, πήρε ένα βιολί από μια θήκη, κάθισε στο καρεκλάκι, έβαλε ένα άσπρο μαντίλι ανάμεσα στο βιολί και στο σαγόνι του, έγειρε το κεφάλι κι άγγιξε τις χορδές με το δοξάρι. Τι όμορφη που έγινε η τάξη μας! Κι από εκείνα τα δυο μεγάλα παράθυρα πόσος ήλιος κι ουρανός πέρασε μέσα! Κι από το βιολί πόση γλύκα ακουμπούσε μέσα μας! Κι όλη η τάξη γέμισε τραγούδι που στάθηκε πάνω στις κομμένες ανάσες μας. Όταν ο δάσκαλος σταμάτησε, μας είπε τα λόγια από την προσευχή που είχε παίξει, μετά σιγανά άρχισε να την τραγουδάει και να τη δένει με τους ήχους του βιολιού. Σε λίγο ο δάσκαλος, τα παιδιά, η τάξη με τα μεγάλα παράθυρα, τον ουρανό και τον ήλιο, γίναμε όλοι ένα τραγούδι, μια προσευχή.

Αρετή Σαββουλίδου
Ε? τάξη, από το βιβλίο «Ο δάσκαλος με το βιολί και το αστέρι»
της Θ. Χορτιάτη, εκδ. Άγκυρα

Επιμέλεια δράσης και αφιερώματος η υπεύθυνη της Βιβλιοθήκης και δασκάλα τάξης κ. Σ. Ευθυμιάδου
Δημοσιεύθηκε στις 11 Ιουνίου 2015, αρ. φύλλου792

Λογοτεχνικό αφιέρωμα στην ιερή μορφή του πατέρα

Λεπτομέρειες

Εβδομαδιαία εφημερίδα της Καστοριάς | ODOS weekly newspaper of Kastoria

12.10.14

Λογοτεχνικό αφιέρωμα στην ιερή μορφή του πατέρα

Λογοτεχνικό αφιέρωμα του Δημοτικού Σχολείου Μαυροχωρίου Καστοριάς στην ιερή μορφή του πατέρα Υπεύθυνη της δράσης: Σόνια Ευθυμιάδου-Παπασταύρου

Οι αναγνώστες της Σχολικής μας Βιβλιοθήκης έγιναν φέτος και αυτά «βιβλιωρύχοι»: έψαξαν μες στα βιβλία που διάβασαν και βρήκαν αποσπάσματα που μιλούν για τη σημαντική και ιερή μορφή του πατέρα:
Ο μπαμπάς κράτησε το λόγο του. Πρωί πρωί την άλλη μέρα πήγε παρέα με τον Πάκι στο γήπεδο και έπαιξαν ποδόσφαιρο με την ψυχή τους. Ποιος κέρδισε; Μα φυσικά ο Πάκι, που έβαλε τουλάχιστον εκατό γκολ! Μετά έκαναν πικ νικ και ξάπλωσαν στο γρασίδι. Γύρισαν σπίτι κατάκοποι κι ευτυχισμένοι.

Αγγελική Πετκανά
Β? τάξη (Το αρκουδάκι που δε ζηλεύει το αδερφάκι του, της Ρ. Ρώσση-Ζαΐρη, εκδ. Μίνωας) 


Ο Πέτρος ξαναβρέθηκε στο σπίτι του, με το μικρό «Δράκο της Φωτιάς».
-Μπαμπά, είδα έναν υπέροχο δράκο, τον πιο όμορφο δράκο του κόσμου, τόσο όμορφο που δεν μπορώ να τον περιγράψω.
-Αν θες, μπορούμε να σου τον κάνουμε δώρο στα γενέθλιά σου, είπε ο μπαμπάς συγκινημένος.
-Μπαμπά, νομίζω πως έχω αρκετούς δράκους. Δε χρειάζομαι άλλους. Θα χαρίσω και μερικούς στο ξαδερφάκι μου και στους γείτονες.
Ο Πέτρος είχε θεραπευτεί (από την πλεονεξία του).

Αναστασία Κυριακίδου
Β? τάξη (βιβλίο Πλεονεξία από τη σειρά «Τι νιώθεις;» της Β. Μονρεάλ , εκδ. Φλούδας)


Η Ζέλια ζούσε ευτυχισμένη στο σπιτάκι της. Είχε ένα ροζ δωμάτιο κι ένα γαλάζιο κρεβάτι. Είχε δικά της τα πιο όμορφα παπούτσια του κόσμου και το πιο θαυμάσιο φόρεμα. Δικό της ένα κουτί γεμάτο παιχνίδια. Δικό της κι έναν ωραίο μπαμπά. Και μια μαμά μόνο για κείνη!
Μιχαέλα Δαρίδου
Β? τάξη (βιβλίο Ζήλια από τη σειρά «Τι νιώθεις;» της Β. Μονρεάλ, εκδ. Φλούδας)


Η Έλλη είχε χάσει τους γονείς της όταν ήταν μωρό κι έτσι αποφάσισε πως είχε έρθει η ώρα να? να ζητήσει καινούριους γονείς.
-Θέλω έναν μπαμπά και μια μαμά!
Η Έλλη είχε τώρα καινούριους γονείς. Δύο πολύ όμορφους ανθρώπους, όμως?

Αγγελική Πετκανά
Β? τάξη (βιβλίο Ευτυχία από τη σειρά «Τι νιώθεις;» της Β. Μονρεάλ, εκδ. Φλούδας)


-Ξένε μου, πάρε κι εσύ κάτι για τους δικούς σου.
-Έχω μια κόρη όμορφη και μοσχαναθρεμμένη.
Φέρε μου δώρο ακριβό να μην το έχει άλλη.
-Έχω μια χάντρα, ξένε μου, από χρυσό κι ασήμι.
-Αυτή τη χάντρα φέρε μου, κυρά μου, δίχως άλλο.
-Αυτή η χάντρα, ξένε μου, με χρήμα δεν ξοφλιέται.
-Πες μου, τι θα ?θελες κυρά κι εγώ θα σου το δώσω.
-Τριάντα μέρες, ξένε μου, τα μάτια σου μην κλείσουν.
Τριάντα μέρες, ξένε μου, τριάντα δύο νύχτες.
Τριάντα μέρες έμεινε ξάγρυπνος ο πατέρας.
Τριάντα μέρες έμεινε, τριάντα δύο νύχτες.

Κατερίνα Κατσανέβα
Γ? τάξη (Η χάντρα η ασημένια, η χρυσομαλαματένια, της Σ. Γραμμόζη, εκδ. Παρρησία) 

Για το ίδιο βιβλίο η Χριστίνα Χριστοπούλου-Γ? τάξη είπε πως ολόκληρο το περιεχόμενό του μιλάει για την αγάπη στον πατέρα, γι? αυτό και έκανε τον κόπο να γράψει και να μας παραδώσει την περίληψη όλου του βιβλίου:
Μια φορά κι έναν καιρό ζούσε ένα ζευγάρι που είχε μια κόρη όμορφη και μοσχαναθρεμμένη. Την ονόμασαν Μελένια γιατί τα μαλλιά της είχαν το χρώμα του μελιού. Ο πατέρας της, που ταξίδευε σε χώρες μακρινές, της είχε φέρει πριν από πολλά χρόνια μια χάντρα ασημένια και χρυσομαλαματένια. Τη χάντρα αυτή η Μελένια τη φόραγε πάντα στον λαιμό της.
Ο πατέρας την είχε αγοράσει από μια γυναίκα που του είπε ότι για να την ξεπληρώσει θα πρέπει να μείνει ξάγρυπνος τριάντα μέρες και τριάντα δύο νύχτες.
Έτσι κι έγινε και ο πατέρας κέρδισε τη χάντρα. Όμως υπήρχε ένας όρος: η χάντρα δεν έπρεπε να χαθεί γιατί αν αυτό συνέβαινε θα ?πρεπε να μείνει πάλι κάποιος ξάγρυπνος τριάντα μέρες και τριάντα δύο νύχτες για να βρεθεί.
Δυστυχώς, η Μελένια περπατώντας στην παραλία έχασε στην άμμο τη χάντρα. Όσο κι αν έψαξε δεν μπόρεσε να τη βρει. Γι? αυτό απελπισμένη ζήτησε τη βοήθεια του φεγγαριού. Κι αυτό κατέβηκε χαμηλά και φώτισε τη θάλασσα και τη χρυσή άμμο. Πρώτα ένας βαρκάρης είδε το φεγγάρι κι αφού έμαθε την ιστορία της Μελένιας προσπάθησε, μάταια όμως, να βοηθήσει.
Ένα δεύτερο παλικάρι κατάφερε να μείνει ξάγρυπνο και να βρει τη χάντρα. Την έδωσε στο φεγγάρι κι αυτό με μια φεγγαροαχτίδα την έστειλε στην αυλή της Μελένιας. Η Μελένια ξύπνησε και τρισευτυχισμένη τη φόρεσε στον λαιμό της. Τι ανακούφιση ένιωσε που δε θα στενοχωρούσε τον μπαμπά της?
Λίγες μέρες μετά γνώρισε το παλικάρι σε μια μεγάλη γιορτή.
Φυσικά στο τέλος αγαπήθηκαν και με την ευχή του πατέρα της παντρεύτηκαν.
Αχ πατέρα προδότη. Πατέρα άγιε. Πατέρα ήρωα. Πατέρα νικητή. Πατέρα με χρώματα και ήλιους. Πατέρα λιμάνι και έρημο. Πατέρα επαναστάτη. Πατέρα συμβιβασμένε. Κλαίω μαζί σου καθώς διαβάζω τους στίχους σου.

Μαργαρίτα Μπούζμη
Στ? τάξη (Η ζωή με τον πατέρα, Α. Κοκορέλη, εκδ. Πατάκη)

Ήταν χαρούμενος, πολύ χαρούμενος ο Φίλιππος, που ζούσε ως τότε με τον καημό ότι δεν πρόλαβε να γνωρίσει τον πατέρα του. Κι όταν τον έλεγαν «ορφανό», ένιωθε μια πελώρια βελόνα να του κεντρίζει την καρδιά. Μέσα σε τέσσερις μήνες, γεμάτους περιπέτειες, προσπάθεια και συχνές απογοητεύσεις, είχε κερδίσει τον αγώνα να ξαναβρεί τον αγνοούμενο του πολέμου, που μοναδική ανεύθυνη πληροφορία γι? αυτόν ήταν πως τον είχαν συναντήσει στο στρατόπεδο του Μαουτχάουζεν κοντά στο Λιντς. Από κει κι έπειτα δεν είχε για κείνον άλλες πληροφορίες. Κι όσοι άκουαν πως αναζητούσε να βρει έπειτα από δεκατρία ολόκληρα χρόνια «αφάνειας» έναν παλιό κρατούμενο θεωρούσαν την προσπάθειά του αυτή καθαρή τρέλα.
Κι όμως ναι, είχε κερδίσει το δύσκολο αυτό αγώνα. Είχε βρει επιτέλους τον άνθρωπο που αναζητούσε, τον πατέρα που δεν είχε αξιωθεί τόσα χρόνια ν?
αγκαλιάσει. Τ? όνειρο ολόκληρης της ζωής του είχε «πάρει σάρκα και οστά» κι ας του είχε στοιχίσει ως τώρα τόσα βάσανα.
Τώρα όμως άλλο πρόβλημα ορθωνόταν μπροστά του. Ο πατέρας που τόσα χρόνια λαχταρούσε είχε βρεθεί. Αλλά?

Σοφία Παπαϊωαννίδου και Θεοδώρα Λαμπροπούλου
Στ? τάξη (Ο γυρισμός του πατέρα, Κ. Σφαέλλου, εκδ. Πατάκη)

Αλλά εδώ και λίγους μήνες, πώς να το κάνουμε, τα έβρισκε μπαστούνια στην αριθμητική. Κι η μητέρα του δεν μπορούσε να τον βοηθήσει σ? αυτό το μάθημα. Φυσικά η μητέρα του έκανε τις πράξεις στο λεπτό και έβρισκε το αποτέλεσμα, αλλά τα λογάριαζε αλλιώτικα απ? το δάσκαλο. Και του τα εξηγούσε κιόλας, αλλά όταν μια φορά βγήκε ο Πέτρος στον πίνακα και έλυσε το πρόβλημα όπως του είχε δείξει η μητέρα του, ο κύριος Μπέκερ συγχύστηκε.
-Θα λύνεις τα προβλήματά σου όπως σας έχω δείξει εγώ, είπε, και ο Πέτρος πήρε πάλι κακό βαθμό, αν και είχε βρει τη σωστή λύση. «Πρέπει να ?χει κανείς πατέρα», συλλογιζότανε, «γιατί ο πατέρας θα ?δινε στο δάσκαλο να καταλάβει ότι σημασία έχει να βρίσκεις το σωστό αποτέλεσμα». Έβγαλε το μαντίλι του από την τσέπη και έκανε πως σκουπίζει τη μύτη του. Δεν είναι ανάγκη να καταλάβουν ότι είναι έτοιμος να κλάψει. «Έπρεπε να ?χω πατέρα» σκέφτηκε και τότε ξέσπασε στα κλάματα. «Μα έχω πατέρα» συλλογίστηκε ύστερα κι ίσως κάποτε γυρίσει κοντά μας.

Σοφία Παπαϊωαννίδου
Στ? τάξη (Ο φανταστικός μπαμπάς του Πέτρου, Β. Κέρνερ, εκδ. Σπάθης)

Ήμουν στην πρώτη Γυμνασίου όταν χάθηκε η μητέρα μου. Τι υπομονετική και γλυκιά που ήταν!...
Τον πατέρα μου δεν τον έβλεπα παρά το βράδυ, όταν γύριζε από τη δουλειά του. Τη μέρα με φρόντιζε μια γειτόνισσα κι έτσι διόρθωνε τα πενιχρά οικονομικά της. Ο πατέρας μου ήταν περήφανος. Ήθελε να μη μου λείπει τίποτα.

Ηλίας Άλτας
Στ? τάξη (Το μυστικό του πατέρα, Α. Παπάκου, εκδ. Ρέκος)

Ποτέ άλλοτε ο Φίλιππος δε βιαζόταν τόσο να γυρίσει σπίτι του όσο τη βραδιά εκείνη όταν ο περιπτερούχος, ακούγοντας τυχαία τ? όνομά του, έπιασε κουβέντα για τον πατέρα του.
-Πώς ήταν ο πατέρας σου; Τον θυμάσαι;
Πώς γίνεται να τον θυμάμαι; Ούτε εκείνος με είδε ποτέ ούτε εγώ.
(?) Η κυρα-Πηνελόπη δεν έφερε αντίρρηση. Τόσα χρόνια δεν προσπαθούσε τάχα να κρατά ζωντανή στην καρδιά του παιδιού της την ανάμνηση του πατέρα που δεν είχε το δόλιο γνωρίσει;

Σοφία Παπαϊωαννίδου
Στ? τάξη (Για τον πατέρα, Κ. Σφαέλλου, εκδ. Πατάκη)

Η αλήθεια είναι πως από τότε που απόχτησα το νυχτερινό μπαμπά μου θυμάμαι πιο εύκολα το καθετί. Δεν ξεχνάω τίποτα απ? όσα λέμε και κάνουμε μαζί. Είναι τώρα τόσο πιο διασκεδαστικά! Πρώτα μ? έπνιγε η βαρεμάρα. Το μόνο που έκανα ήτανε να λέω ιστορίες στον εαυτό μου. Μ? αρέσει καμιά φορά να διηγιέμαι κάτι σε μένα, μα όχι και όλη την ώρα. Τώρα κουβεντιάζω μαζί του? τον ρωτάω?
(?) Οι νυχτερινοί μπαμπάδες είναι αληθινοί μπαμπάδες, δεν είναι φαντασίες και πράσινα άλογα, και θα το δούνε όλοι!

Σοφία Παπαϊωαννίδου
Στ? τάξη (Ο νυχτερινός μπαμπάς, Μ. Γκρίπε, εκδ. Κέδρος)

Είναι ωραία όταν κάθονται κοντά στο μαγκάλι με τον μπαμπά. Και ψήνουν μακαρόνια και καψαλίζουν ψωμί και μετά το ραντίζουν με λάδι και ζάχαρη, κι όσο τα κάνουν όλα αυτά, της λέει ιστορίες από τη Μικρά Ασία.

Νάντια Παπασταύρου
Στ? τάξη (Τ? αυγουστιάτικο φεγγάρι, Β. Μάστορη, εκδ. Πατάκη)

Αφιερώνεται σε όλους τους μπαμπάδες που έχουν χαραχτεί στη μνήμη και την καρδιά των παιδιών τους με αγάπη?
Δημοσιεύθηκε στην ΟΔΟ στις 12 Ιουνίου 2014, αρ. φύλλου 744

2 σχόλια:

  1. Με τη σάκα τους φορτωμένη αλήθειες13/10/14

    Από λεπτότητα η κ. Σόνια Ευθυμιάδου-Παπασταύρου δεν έδωσε στα παιδιά να διαβάσουν και το δικό της βιβλίο;
    Κι όμως, θυμάμαι όταν το διάβασα πριν από χρόνια πόση εντύπωση μου είχαν κάνει δύο εικόνες.
    Η μία του πατέρα που έφτιαχνε με τον γιο του έναν μικρό ξύλινο σταυρό και η άλλη του μικρού που αποκάλυψε στην τάξη του ότι ο μπαμπάς του τον νανούριζε με το "φεγγαράκι μου λαμπρό"...

    Απάντηση
  2. Ανώνυμος14/10/14

    Οχι..... Γιατι περιμενε εσενα να διαφημισεις τον αλτρουϊσμο της!

    Απάντηση

Η ΟΔΟΣ σας ευχαριστεί για την συμμετοχή σας στον διάλογο.Το σχόλιό σας θα αποθηκευτεί προσωρινά και θα είναι ορατό στο ιστολόγιο, μετά την έγκριση της ΟΔΟΥ.

 

ΦΕΤΟΣ ΜΟΝΟ ΛΑΖΑΡΑΚΙΑ, ΛΟΓΩ ΚΟΡΩΝΟΪΟΥ

Λεπτομέρειες

Τα λαζαράκια φτιάχτηκαν με τις οδηγίες της γυμνάστριάς μας κ. Αγνής! Είναι (με τη σειρά) του Κυριάκου, της Βανέσας, της Σμαράγδας , της Ευαγγελίας , του Δημήτρη και του Εμμανουήλ!

Αφιέρωμα στην Ορεστιάδα, τη λίμνη της καρδιάς μας

Λεπτομέρειες

21.11.16

Αφιέρωμα στην Ορεστιάδα, τη λίμνη της καρδιάς μας



Δημοτικό σχολείο Μαυροχωρίου σχ. έτος 2015-16

Oι αναγνώστες της Σχολικής μας Βιβλιοθήκης έγιναν και φέτος «βιβλιωρύχοι»: έψαξαν μες στα βιβλία που διάβασαν και βρήκαν αποσπάσματα που μιλούν για την αγαπημένη τους λίμνη, μα και για τα καράβια της:

-Είχαν φθάσει (το πλοίο με τους μαθητές μέσα) κατά τη μέση της λίμνης, όταν, έξαφνα, πίσω τους, περπατώντας στ? αφρισμένα κύματα, είδαν τον Ιησού που πλησίαζε, σα να ήθελε να τους προσπεράσει.
Τους φάνηκε φάντασμα από τον άλλο κόσμο και τρόμαξαν πολύ. Μα εκείνος, σιμώνοντας, τους είπε:
-Θάρρος, εγώ είμαι, μη φοβάστε.
-Κύριε, φώναξε ο Πέτρος, αν είσαι συ, πρόσταξέ με να έλθω κοντά σου απάνω στα νερά.
Και ο Ιησούς είπε:
-Έλα!
Στην ορμή της πίστεως, πήδησε ο Πέτρος στο νερό και, περπατώντας στα κύματα, πήγαινε στον Ιησού. Μα το σκοτάδι ήταν βαθύ και τα κύματα μεγάλα, ο άνεμος φυσομανούσε σφυρίζοντας και έπαιρνε τα ρούχα του και τα μαλλιά του. Από τον Κύριό του, ο Πέτρος γύρισε τα μάτια και έριξε πίσω μια φοβισμένη ματιά. Κι ευθύς άρχισε να βυθίζεται.
-Κύριε! Φώναξε με αγωνία. Σώσε με!
Ο Ιησούς άπλωσε το χέρι και τον έπιασε.
-Λιγόπιστε, γιατί δίστασες; του είπε ήρεμα.
Μαζί μπήκαν στο καράβι κι ευθύς ο άνεμος κόπασε.

«Η ζωή του Χριστού»
Πηνελόπη Δέλτα

-Η γνωριμιά με την Καστοριά είναι μια αποκάλυψη, με τη λίμνη της όμως μια μαγεία!
Στα γαλήνια, τα λαμπερά νερά της καθώς τα χρωματίζουν τα γαλάζια σύννεφα, βλέπετε ολάκερη την πολιτεία, πανέμορφη, να καθρεφτίζεται κάθε αυγή. Μα και στη δύση του ήλιου που παίρνουν όλα χρώματα μαγευτικά, και τη νύχτα όταν ανάψουν της πολιτείας τα φώτα και το φεγγάρι χρυσίζει τον ακύμαντο καθρέφτη της, μοιάζει παραμυθένια!
Αυτή τη λίμνη θα πρωτοείδαν οι αρχαίοι Ορέσται κι εγκαταστάθηκαν κοντά της. Αγριοπούλια και γλάροι τη ραμφίζουν κάθε στιγμή και οι κάτασπροι κύκνοι μεγαλόπρεποι ταξιδεύουν στο ήσυχο πριγκηπάτο της.

«Καστοριά, πατρίδα μου»
Ιφιγένεια Διδασκάλου


Υπάρχουν λίμνες που δεν τις έχει ο χάρτης. Υπάρχουν λίμνες που κατοικούν μέσα μας.
-Ψάχνω για τη λίμνη της επιθυμίας μου, εκεί που μπορεί να ζήσεις το θαύμα, είπε η ασημένια πέστροφα. Θέλω κάποτε να γίνω αστέρι στον ουρανό!
-Ψάξε να βρεις τη λίμνη με τα νερά που κοιμούνται!
-Κοιμούνται τα νερά;
-Κοιμούνται γιατί αγαπούν τη στιγμή, την αιωνιότητα! ψιθύρισε η γριά κλαίουσα κι έγειρε ακόμα πιο κοντά στο νερό τα κλαδιά της.

«Στον καθρέφτη της λίμνης»
Πόλυ Βασιλάκη- Δημήτρης Παπασταύρος, Δ? τάξη



-Η λίμνη των Παραμυθιών κάθε βράδυ γίνεται η λίμνη της Φαντασίας. Είναι τότε που οι παραμυθάδες αρχίζουν να διηγούνται σ? όλη τη γη τα παραμύθια τους. Και φτιάχνουν πολλά, καινούρια παραμύθια που ταξιδεύουν τη νύχτα ως εδώ. Έτσι, το άλλο πρωί, οι ήρωές τους είναι μαζί μας. Βαφτίζονται στο διάφανο νερό της λίμνης και μετά επιστρέφουν στον κόσμο των παιδιών για να τα συντροφεύουν?
«Στον καθρέφτη της λίμνης»
Πόλυ Βασιλάκου-Αγνή Καλαφάτη, Ε? τάξη



-Στη λίμνη αυτή, λένε, γίνονται τα πιο παράδοξα πράγματα. Φτάνει όμως να πιστεύεις το παράδοξο, στο θαύμα!
«Στον καθρέφτη της λίμνης»
Πόλυ Βασιλάκου-Αγγελική Πετκανά, Δ? τάξη


Απόψε κιόλας θα ταξιδέψουμε για τη λίμνη με τα νερά που κοιμούνται. Για τη λίμνη της επιθυμίας μας, φώναξε γεμάτη αισιοδοξία και χαρά η πέστροφα.
Πανσέληνος!
Τα νερά στη λίμνη της Φαντασίας λες κι ήταν ναρκωμένα κάτω από το φεγγαρόφωτο.
Μια διάχυτη ομίχλη λες και κοίμιζε τα νερά. Σαν βγήκε ο ήλιος, η ομίχλη διαλύθηκε. Ωστόσο μια ασυνήθιστη σιωπή εξακολουθούσε να υπάρχει ολόγυρά τους.
Το διαυγές νερό της λίμνης άφηνε να βλέπεις τα στρογγυλεμένα, κατάλευκα βότσαλα στο βυθό. Κάποια ψάρια κινήθηκαν αργά και νωχελικά, λες και ξύπνησαν εκείνη την ώρα. Έπειτα, έγινε το θαύμα.

«Στον καθρέφτη της λίμνης»
Πόλυ Βασιλάκου-Αγγελική Πετκανά, Δ? τάξη


-Μα τι ήταν αυτό που φαινόταν εκεί κάτω; Τ? αστέρια ήταν! Άστραφταν σαν διαμάντια μέσα σε μια λίμνη?
Το φως του φεγγαριού φώτισε λιβάδια, ποτάμια και πιο πέρα τη λίμνη.
Τα αστέρια του ουρανού έπεσαν στη λίμνη. Πάω να τα βοηθήσω, για να μην πνιγούν.
Τα αστέρια που κάθε βράδυ τα έβλεπα να κολυμπούν στη λίμνη τα σκόρπισε ο δυνατός άνεμος.
«Αστέρια στον πάτο της λίμνης»
Εύη Γεροκώστα- Αγγελική Πετκανά, Δ? τάξη


-Τότε κατάλαβαν πως τα σύννεφα τους είχαν μπερδέψει και τους δυο. Τα αστέρια δε θα πνίγονταν, γιατί αυτό που είχε δει ο Ασιρού στη λίμνη ήταν μονάχα το καθρέφτισμά τους. Ούτε θα έπεφταν από τον ουρανό, γιατί εκεί ήταν η θέση τους.
«Αστέρια στον πάτο της λίμνης»
Εύη Γεροκώστα- Συμεών Τσαϊρίδης, Γ? τάξη


-Πίσω της τα βουνά που γαλάνιζαν στο βάθος του ορίζοντα απομακρύνονταν όλο και περισσότερο. Εκεί τελείωνε παλιά η λίμνη. Τα βουνά ολόγυρα ήταν το φυσικό της φράγμα που την είχε σχηματίσει κάποτε.

«Η κοιλάδα με τις πεταλούδες»
Ελένη Δικαίου-Ελευθερία Καλαφάτη, Ε? τάξη


-Κοντινός ο τόπος του, η Καστοριά. Δυο βουνά παρά κει, καράβι αρμενισμένο στη λίμνη που τη ζώνει. Σαν ήταν παιδί έπαιρνε το αδέρφι του τον Τίμο και ξεμάκραιναν στις έρημες όχθες της. Έριχναν πετονιά και καρτερούσαν να τσιμπήσει ψάρι.

«Τα παιδιά»
Κώστας Ασημακόπουλος


-Η Ζωή -δασκάλα στο Μαυροχώρι στη διάρκεια του Μακεδονικού Αγώνα-, μόλις ήρθε από τη Θεσ/νίκη κι εγκαταστάθηκε στο Μαύροβο, έκανε μια βόλτα να γνωρίσει την Καστοριά. Θαύμασε τα μεγάλα αρχοντικά της, καλύτερα κι από της Θεσ/νίκης, μπήκε στις βυζαντινές εκκλησίες κι απόλαυσε τη λίμνη σ? όλη της τη μεγαλοπρέπεια. Οι λεύκες που έζωναν τις όχθες της είχαν ντυθεί την κιτρινόχρυση φθινοπωρινή τους φορεσιά. Καθώς καθρεφτίζονταν στ? ακύμαντα νερά, την έκαναν να μοιάζει με πελώριο γαλανό καθρέφτη, δεμένον μέσα σε διπλή, χρυσή κορνίζα. Μαγεμένη από την τόση ομορφιά, έμεινε για ώρα να κοιτά τα χρώματα ν? αλλάζουν με τη θέση του ήλιου. Όταν έφτασε στο διάσελο του κάβου που στις δυο πλαγιές του απλωνόταν η πολιτεία, η λίμνη της φάνηκε απέραντη, αστραφτερή βασίλισσα που έκλεινε στην αγκαλιά της το ακρωτήρι σαν νησί. Και κείνο ακούμπαγε λες στα ήσυχα νερά της, να λιαστεί και να ξαποστάσει.

«Όταν τα νιάτα θέλουν»
Ν. Τζώρτζογλου-Χριστίνα Χριστοπούλου, Ε? τάξη


-Το χιόνι είχε πέσει πυκνό. Μετά τις διακοπές των Φώτων οι μαθητές αραίωσαν. Πώς να κατέβουν από τις στάνες και τα κοντινά χωριά; Οι άκρες της λίμνης είχαν παγώσει. Κρατς κρατς έσπαζε το πηγμένο νερό κι η Ζωή φοβέρισε τα παιδιά μην τολμούν να παίζουν στον όχτο. Ένα γλίστρημα και θα βούλιαζαν στα παγωμένα νερά. Κι όμως, μ? όλη την κακοκαιριά, η πλάβα από την Καστοριά έφτασε στο Μαύροβο.
-Κυρα-δασκάλα, ο Δεσπότης?
«Όταν τα νιάτα θέλουν»
Ν. Τζώρτζογλου-Χριστίνα Χριστοπούλου, Ε? τάξη

-Η λίμνη ήταν τώρα παγωμένη κάμποσες οργιές από την παραλία. Οι βαρκάρηδες έσπασαν τον πάγο, άνοιξαν καναλάκια κι από κει περνούσαν για να δέσουν βάρκες και πλάβες. Για καΐκια ούτε λόγος να ξεμυτίσουν με την κακοκαιριά. Τα νερά ο βοριάς τα ?δερνε άγρια. Στ? ανοιχτά τα κύματα άσπριζαν (?) Η λίμνη είχε το χρώμα του μολυβιού. Ο βοριάς ξύριζε σαν κοφτερό λεπίδι. Άγρια κι όμορφα μαζί. Η φύση σ? όλη της την πρωτόγονη μεγαλοπρέπεια.
«Όταν τα νιάτα θέλουν»
Ν. Τζώρτζογλου-Χριστίνα Χριστοπούλου, Ε? τάξη


-Άνοιξη στο Μαύροβο
(?) Αχ! Η λίμνη! Τι μαγεία ήταν τούτη! Οι λεύκες βάλθηκαν να ξεδιπλώσουν το ασημοπράσινο, φερσκοσιδερωμένο φόρεμά τους και να καμαρώνουν τους φουντωτούς ήσκιους τους στα γαλάζια νερά. Όταν το αγεράκι τις σάλευε, λες και λέγανε το γιορταστικό τους τραγούδι, το τραγούδι της Ανάστασης, της χαράς, της ελευθερίας.
«Όταν τα νιάτα θέλουν», Ν. Τζώρτζογλου-Χριστίνα Χριστοπούλου, Ε? τάξη
-Ανήμερα του Άι Χαράλαμπου χιόνισε και πάλι. Τούτη τη φορά έφτασε ως μια πήχη αφράτο χιόνι, κάτασπρο, που κάλυψε τον πάγο κι έκανε τη γης μαλακιά μπαμπακένια.

«Όταν τα νιάτα θέλουν»
Ν. Τζώρτζογλου


-Και μια πανέμορφη σκηνή που «έζησε» η λίμνη μας - τη διαβάζουμε στα Απομνημονεύματα του ήρωα Μητροπολίτη μας Γερμανού Καραβαγγέλη:

(Ο καπετάν Βάρδας με τα παλληκάρια του χρειάζεται να περάσουν τη λίμνη μας για να φύγουν στην ελεύθερη Ελλάδα. Ο Καραβαγγέλης, από τον φόβο μήπως οι καϊκτσήδες δεν περιμένουν τους πολεμιστές και φύγουν, πηγαίνει ο ίδιος να τους παραλάβει.)
«Όταν φθάσαμε στο συμφωνημένο μέρος, διασχίσαμε ένα μεγάλο και ψηλό καλαμώνα κι εκεί περιμέναμε αόρατοι? Επιτέλους κατά τις 3 το πρωί, μέσα στην φριχτή αγωνία για την τύχη του σώματος, ακούσαμε γαβγίσματα σκύλων από το χωριό Απόσκεπο και σε λίγο βήματα που πλησίαζαν. Όταν πλησίασαν αρκετά, έδωσαν το σύνθημα «Κρήτη» κι εγώ απάντησα «Μακεδονία». Διασχίζοντας το δάσος των καλαμιών, φθάσαμε στην όχθη και παραλάβαμε το σώμα στα πλοία. Το σώμα αποτελούσαν καμιά εικοσιπενταριά άνδρες, μεταξύ των οποίων ήταν και ο καπετάν Νταλίπης (από τον Γάβρο). Εγώ είχα φέρει μαζί μου κρέας, φρούτα και κρασί για τα παιδιά και τα έφαγαν με μεγάλη όρεξη. Κι όταν είχαμε ανοιχτεί αρκετά, όλη η λίμνη αντήχησε από το «Μαύρη είναι η νύχτα στα βουνά...», από τον εθνικό μας ύμνο και άλλα πατριωτικά τραγούδια (?). Έτσι τελείωσε η ωραία αυτή εκδρομή?»

-Συνεχίζουμε με τους στίχους από το δικό μας δημοτικό τραγούδι-μας το θύμισε η Μύησις με το έξοχο cd της με τον τίτλο «Κίνησαν τα καράβια τα καστοριανά»:
Κίνησαν τα καράβια τα καστοριανά,
μωρέ γιε μου, τα καστοριανά.
Κίνησεν κι ο καλός μου να πάει στην ξενιτιά,
μωρέ γιε μου, να πάει στην ξενιτιά.
Σύντας κινήσει για να ?ρθει χιόνια και βροχές,
μωρέ γιε μου, χιόνια και βροχές.
Σύντας γυρίσει πίσω ήλιος και ξαστεριά,
μωρέ γιε μου, ήλιος ξαστεριά.

-Οι λίμνες....Πρόσεξες ποτέ τις λίμνες;
Δεν είναι σαν τις θάλασσες.
Οι θάλασσες μιλούν. Τραγουδούν.
Οι λίμνες ονειρεύονται !!!
(από το Διαδίκτυο).
Αλκυόνη Παπαδάκη

-Κι ο σελιδοδείκτης (κολλημένος και πάλι) στους ίδιους στίχους:
Μάθαμε τον έρωτα και τον θάνατο
Ταξιδεύοντας από τη μιαν όχθη στην άλλη
Πάνω στην πλώρη ενός καραβιού?
«γιούσουρι στην τσέπη»
Λ. Πέτροβιτς-Ανδρουτσοπούλου
Κατερίνα Κατσανέβα, Ε΄τάξη


Επιμέλεια δράσης και αφιερώματος
η υπεύθυνη της Βιβλιοθήκης και δασκάλα τάξης κ. Σ. Ευθυμιάδου
Δημοσιεύθηκε στην ΟΔΟ στις 9 Ιουνίου 2016, αρ. φύλλου 839

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η ΟΔΟΣ σας ευχαριστεί για την συμμετοχή σας στον διάλογο.Το σχόλιό σας θα αποθηκευτεί προσωρινά και θα είναι ορατό στο ιστολόγιο, μετά την έγκριση της ΟΔΟΥ.

 

 

ΦΕΤΟΣ ΜΟΝΟ ΛΑΖΑΡΑΚΙΑ, ΛΟΓΩ ΚΟΡΩΝΟΪΟΥ

Λεπτομέρειες

Τα λαζαράκια φτιάχτηκαν με τις οδηγίες της γυμνάστριάς μας κ. Αγνής! Είναι (με τη σειρά) του Κυριάκου, της Βανέσας, της Σμαράγδας , της Ευαγγελίας και του Δημήτρη!

   

Νέες Τεχνολογίες

   

Περιβαλλοντική Εκπαίδευση